Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀναμισθόομαι
ἀναμίσθωσις
ἄναμμα
ἀνάμματος
ἀναμνημονεύω
ἀνάμνησις
ἀναμνηστέον
ἀναμνηστικός
ἀναμνηστός
ἀναμολεῖν
ἀναμονή
ἀναμορμύρω
ἀναμορφόω
ἀναμόρφωσις
ἀναμοχλεύω
ἀναμπέχονος
ἀναμπλάκητος
ἀνάμπυξ
ἀναμυχθίζομαι
ἀναμύω
ἀναμφίβολος
View word page
ἀναμονή
patient abiding, endurance
ShortDef
patient abiding, endurance
Debugging
Headword:
ἀναμονή
Headword (normalized):
ἀναμονή
Headword (normalized/stripped):
αναμονη
IDX:
6099
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6100
Key:
Data
{'content': 'patient abiding, endurance'}