Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

οἰκτρόγοος
οἰκτρόγους
οἰκτροκέλευθος
οἰκτρολογία
οἰκτρομέλαθρος
οἰκτροπαθής
οἰκτρός
οἰκτρότης
οἰκτρόφωνος
οἰκτροχοέω
οἴκυλα
οἰκῶναξ
οἰκωφελής
οἰκωφελία
οἰκωφελίη
Ὀϊλεύς
Ὀϊλιάδης
οἶμα
οἰμάω
οἴμη
οἰμηδοκέω
View word page
οἴκυλα
a kind of grain

ShortDef

a kind of grain

Debugging

Headword:
οἴκυλα
Headword (normalized):
οἴκυλα
Headword (normalized/stripped):
οικυλα
IDX:
60889
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60890
Key:

Data

{'content': 'a kind of grain'}