Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

οἰκοκρατέομαι
οἰκομαχία
οἰκόνδε
οἰκονομέω
οἰκονόμημα
οἰκονομημένως
οἰκονομία
οἰκονομικός
οἰκονόμισσα
οἰκονόμος
οἰκοπεδικός
οἰκόπεδον
οἰκοποιός
οἶκος
οἰκοσιτία
οἰκόσιτος
οἰκοσκευή
οἰκοσκοπικόν
οἰκοσόος
οἰκοτραφής
οἰκοτρίβαιος
View word page
οἰκοπεδικός
rectangle measuring

ShortDef

rectangle measuring

Debugging

Headword:
οἰκοπεδικός
Headword (normalized):
οἰκοπεδικός
Headword (normalized/stripped):
οικοπεδικος
IDX:
60837
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60838
Key:

Data

{'content': 'rectangle measuring'}