Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
οἰκοδόμος
οἴκοθεν
οἰκόθεν
οἰκόθετος
οἴκοθι
οἰκόθρεπτος
οἴκοι
οἰκοκερδής
οἰκοκρατέομαι
οἰκομαχία
οἰκόνδε
οἰκονομέω
οἰκονόμημα
οἰκονομημένως
οἰκονομία
οἰκονομικός
οἰκονόμισσα
οἰκονόμος
οἰκοπεδικός
οἰκόπεδον
οἰκοποιός
View word page
οἰκόνδε
home, homeward, into the house, to the women's apartment
ShortDef
home, homeward, into the house, to the women's apartment
Debugging
Headword:
οἰκόνδε
Headword (normalized):
οἰκόνδε
Headword (normalized/stripped):
οικονδε
IDX:
60829
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60830
Key:
Data
{'content': "home, homeward, into the house, to the women's apartment"}