Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀναμετρητής
ἀναμετρικῶς
ἀναμηλόω
ἀναμηρυκάομαι
ἀναμηρύκησις
ἀναμηρύομαι
ἀνάμιγα
ἀναμιγή
ἀναμικτέον
ἀναμίλλητος
ἀναμιμέομαι
ἀναμιμνήσκω
ἀναμινυρίζω
ἀναμίξ
ἀνάμιξις
ἀναμίσγω
ἀναμισθαρνέω
ἀναμισθόομαι
ἀναμίσθωσις
ἄναμμα
ἀνάμματος
View word page
ἀναμιμέομαι
imitate

ShortDef

imitate

Debugging

Headword:
ἀναμιμέομαι
Headword (normalized):
ἀναμιμέομαι
Headword (normalized/stripped):
αναμιμεομαι
IDX:
6082
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6083
Key:

Data

{'content': 'imitate'}