Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

οἰκίδιον
οἰκίδιος
οἰκίζω
οἰκίον
οἰκισία
οἴκισις
οἰκίσκη
οἰκίσκος
οἰκισμός
οἰκιστήρ
οἰκιστής
οἰκιστικός
Οἰκλείδας
Οἰκλείης
οἰκοβασιλικόν
οἰκόβιος
οἰκογένεια
οἰκογενής
οἰκοδέγμων
οἰκοδέκτωρ
οἰκοδεσπόζω
View word page
οἰκιστής
a coloniser, founder of a city

ShortDef

a coloniser, founder of a city

Debugging

Headword:
οἰκιστής
Headword (normalized):
οἰκιστής
Headword (normalized/stripped):
οικιστης
IDX:
60790
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60791
Key:

Data

{'content': 'a coloniser, founder of a city'}