Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

οἰκητής
οἰκητικός
οἰκητός
οἰκήτωρ
οἰκία
οἰκιακός
οἰκίδιον
οἰκίδιος
οἰκίζω
οἰκίον
οἰκισία
οἴκισις
οἰκίσκη
οἰκίσκος
οἰκισμός
οἰκιστήρ
οἰκιστής
οἰκιστικός
Οἰκλείδας
Οἰκλείης
οἰκοβασιλικόν
View word page
οἰκισία
settlement

ShortDef

settlement

Debugging

Headword:
οἰκισία
Headword (normalized):
οἰκισία
Headword (normalized/stripped):
οικισια
IDX:
60784
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60785
Key:

Data

{'content': 'settlement'}