Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀναμεστόω
ἀναμεταξύ
ἀναμετρέω
ἀναμέτρησις
ἀναμετρητέον
ἀναμετρητής
ἀναμετρικῶς
ἀναμηλόω
ἀναμηρυκάομαι
ἀναμηρύκησις
ἀναμηρύομαι
ἀνάμιγα
ἀναμιγή
ἀναμικτέον
ἀναμίλλητος
ἀναμιμέομαι
ἀναμιμνήσκω
ἀναμινυρίζω
ἀναμίξ
ἀνάμιξις
ἀναμίσγω
View word page
ἀναμηρύομαι
wind up, draw back

ShortDef

wind up, draw back

Debugging

Headword:
ἀναμηρύομαι
Headword (normalized):
ἀναμηρύομαι
Headword (normalized/stripped):
αναμηρυομαι
IDX:
6077
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6078
Key:

Data

{'content': 'wind up, draw back'}