Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
οἰκειοποιέω
οἰκειοπραγία
οἰκεῖος
οἰκειότης
οἰκειοτονέομαι
οἰκειόφωνος
οἰκειόω
οἰκείωμα
οἰκειωματικός
οἰκείωσις
οἰκειωτικός
οἰκετεία
οἰκετεύω
οἰκέτης
οἰκετικός
οἰκέτις
οἰκεύς
οἰκέω
οἴκημα
οἰκηματικός
οἰκήσιμος
View word page
οἰκειωτικός
appropriative
ShortDef
appropriative
Debugging
Headword:
οἰκειωτικός
Headword (normalized):
οἰκειωτικός
Headword (normalized/stripped):
οικειωτικος
IDX:
60760
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60761
Key:
Data
{'content': 'appropriative'}