Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

οἰητικός
οἰητόν
οἶις
οἴκαδε
οἰκειακός
οἰκειοποιέω
οἰκειοπραγία
οἰκεῖος
οἰκειότης
οἰκειοτονέομαι
οἰκειόφωνος
οἰκειόω
οἰκείωμα
οἰκειωματικός
οἰκείωσις
οἰκειωτικός
οἰκετεία
οἰκετεύω
οἰκέτης
οἰκετικός
οἰκέτις
View word page
οἰκειόφωνος
by word of mouth :

ShortDef

by word of mouth :

Debugging

Headword:
οἰκειόφωνος
Headword (normalized):
οἰκειόφωνος
Headword (normalized/stripped):
οικειοφωνος
IDX:
60755
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60756
Key:

Data

{'content': 'by word of mouth :'}