Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

οἰητέος
οἰητικός
οἰητόν
οἶις
οἴκαδε
οἰκειακός
οἰκειοποιέω
οἰκειοπραγία
οἰκεῖος
οἰκειότης
οἰκειοτονέομαι
οἰκειόφωνος
οἰκειόω
οἰκείωμα
οἰκειωματικός
οἰκείωσις
οἰκειωτικός
οἰκετεία
οἰκετεύω
οἰκέτης
οἰκετικός
View word page
οἰκειοτονέομαι
have its own accent

ShortDef

have its own accent

Debugging

Headword:
οἰκειοτονέομαι
Headword (normalized):
οἰκειοτονέομαι
Headword (normalized/stripped):
οικειοτονεομαι
IDX:
60754
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60755
Key:

Data

{'content': 'have its own accent'}