Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

οἰδέω
οἴδημα
οἰδηματώδης
οἴδησις
οἰδήτης
Οἰδιπόδειος
Οἰδίπους
οἰδίσκω
οἶδμα
οἰδματόεις
οἴδομαι
οἰδοποιέω
οἶδος
οἰέανος
οἴεος
οἰέτεας
οἰέτης
ὀΐζυος
ὀϊζυρός
ὀϊζύς
ὀϊζύω
View word page
οἴδομαι
swell

ShortDef

swell

Debugging

Headword:
οἴδομαι
Headword (normalized):
οἴδομαι
Headword (normalized/stripped):
οιδομαι
IDX:
60724
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60725
Key:

Data

{'content': 'swell'}