Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὄζος
ὄζος2
ὀζόστομος
ὀζόχρωτος
ὄζω
ὀζώδης
ὀζώδης2
ὀζωτός
Ὄη
ὅθεν
ὅθι
Ὀθλία
ὀθνεῖος
ὀθνιότυμβος
ὄθομαι
ὀθόνη
ὀθονιακός
ὀθονιηρά
ὀθόνινος
ὀθόνιον
ὀθονιοπλόκος
View word page
ὅθι
where
ShortDef
where
Debugging
Headword:
ὅθι
Headword (normalized):
ὅθι
Headword (normalized/stripped):
οθι
IDX:
60675
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60676
Key:
Data
{'content': 'where'}