Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀζαινικός
ὀζαινίτης
ὀζαλέος
ὄζη
Ὀζόλαι
ὀζομενία
ὀζόομαι
ὄζος
ὄζος2
ὀζόστομος
ὀζόχρωτος
ὄζω
ὀζώδης
ὀζώδης2
ὀζωτός
Ὄη
ὅθεν
ὅθι
Ὀθλία
ὀθνεῖος
ὀθνιότυμβος
View word page
ὀζόχρωτος
hircosus

ShortDef

hircosus

Debugging

Headword:
ὀζόχρωτος
Headword (normalized):
ὀζόχρωτος
Headword (normalized/stripped):
οζοχρωτος
IDX:
60668
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60669
Key:

Data

{'content': 'hircosus'}