Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀδονταλγέω
ὀδονταλγία
ὀδοντάριον
ὀδοντᾶς
ὀδοντίας
ὀδοντίασις
ὀδοντιάω
ὀδοντίζω
ὀδοντικός
ὀδοντισμός
ὀδοντοβολέω
ὀδοντοειδής
ὀδοντόκερας
ὀδοντομάχης
ὀδοντοξέστης
ὀδοντόομαι
ὀδοντοποιέω
ὀδοντοπονία
ὀδοντόσμηγμα
ὀδοντοτύραννος
ὀδοντοφόρος
View word page
ὀδοντοβολέω
cast teeth

ShortDef

cast teeth

Debugging

Headword:
ὀδοντοβολέω
Headword (normalized):
ὀδοντοβολέω
Headword (normalized/stripped):
οδοντοβολεω
IDX:
60598
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60599
Key:

Data

{'content': 'cast teeth'}