Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὁδοιπλανής
ὁδοιπλανία
ὁδοιπορέω
ὁδοιπορία
ὁδοιπορικός
ὁδοιπορινός
ὁδοιπόριον
ὁδοιπόρος
Ὀδόμαντοι
ὁδόμετρον
ὀδοντάγρα
ὀδονταλγέω
ὀδονταλγία
ὀδοντάριον
ὀδοντᾶς
ὀδοντίας
ὀδοντίασις
ὀδοντιάω
ὀδοντίζω
ὀδοντικός
ὀδοντισμός
View word page
ὀδοντάγρα
forceps for drawing teeth

ShortDef

forceps for drawing teeth

Debugging

Headword:
ὀδοντάγρα
Headword (normalized):
ὀδοντάγρα
Headword (normalized/stripped):
οδονταγρα
IDX:
60587
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60588
Key:

Data

{'content': 'forceps for drawing teeth'}