Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὀδμήεις
ὁδοιδοκέω
ὁδοιδόκος
ὁδοιπλανέω
ὁδοιπλανής
ὁδοιπλανία
ὁδοιπορέω
ὁδοιπορία
ὁδοιπορικός
ὁδοιπορινός
ὁδοιπόριον
ὁδοιπόρος
Ὀδόμαντοι
ὁδόμετρον
ὀδοντάγρα
ὀδονταλγέω
ὀδονταλγία
ὀδοντάριον
ὀδοντᾶς
ὀδοντίας
ὀδοντίασις
View word page
ὁδοιπόριον
provisions for the voyage
ShortDef
provisions for the voyage
Debugging
Headword:
ὁδοιπόριον
Headword (normalized):
ὁδοιπόριον
Headword (normalized/stripped):
οδοιποριον
IDX:
60583
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60584
Key:
Data
{'content': 'provisions for the voyage'}