Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀγδοαδικός
ὀγδοαῖος
ὀγδοάς
ὀγδοατικός
ὀγδόατος
ὀγδοήκοντα
ὀγδοηκοντάδραχμος
ὀγδοηκοντάπηχυς
ὀγδοηκοντάρουρος
ὀγδοηκοντατάλαντος
ὀγδοηκοντατέσσαρες
ὀγδοηκοντούτης
ὀγδοηκοσταῖος
ὀγδοηκοστός
ὀγδοημόριον
ὄγδοος
Ὄγκα
ὀγκάομαι
ὀγκηθμός
ὀγκηρός
ὀγκηστής
View word page
ὀγδοηκοντατέσσαρες
eighty-four

ShortDef

eighty-four

Debugging

Headword:
ὀγδοηκοντατέσσαρες
Headword (normalized):
ὀγδοηκοντατέσσαρες
Headword (normalized/stripped):
ογδοηκοντατεσσαρες
IDX:
60516
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60517
Key:

Data

{'content': 'eighty-four'}