Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὄβδη
ὀβελία
ὀβελιαῖος
ὀβελίας
ὀβελιαφόρος
ὀβελίζω
ὀβελισκολύχνιον
ὀβελίσκος
ὀβελισμός
ὀβελός
ὀβολιαῖος
ὀβολισμός
ὀβολολογέω
ὀβολός
ὀβολοστατέω
ὀβολοστάτης
ὀβολοστατική
ὄβρια
ὀβρίκαλα
ὀβριμόγυιος
ὀβριμοδερκής
View word page
ὀβολιαῖος
of the weight of an obol

ShortDef

of the weight of an obol

Debugging

Headword:
ὀβολιαῖος
Headword (normalized):
ὀβολιαῖος
Headword (normalized/stripped):
οβολιαιος
IDX:
60486
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60487
Key:

Data

{'content': 'of the weight of an obol'}