Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
οʹ
Ὄα
ὄα
ὀά
ὀᾶ
ὄα2
ὄαρ
ὀαρίζω
ὀάρισμα
ὀαρισμός
ὀαριστής
ὀαριστύς
ὄαρος
ὀβάλλω
ὄβδη
ὀβελία
ὀβελιαῖος
ὀβελίας
ὀβελιαφόρος
ὀβελίζω
ὀβελισκολύχνιον
View word page
ὀαριστής
a familiar friend
ShortDef
a familiar friend
Debugging
Headword:
ὀαριστής
Headword (normalized):
ὀαριστής
Headword (normalized/stripped):
οαριστης
IDX:
60472
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60473
Key:
Data
{'content': 'a familiar friend'}