Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ξυστρεία
ξυστρίον
ξυστροειδής
ξυστρολήκυθος
ξύστρον
ξυστροποιός
ξυστροφύλαξ
ξυστρόω
ξυστρωτός
ξύω
ὁ
ο
οʹ
Ὄα
ὄα
ὀά
ὀᾶ
ὄα2
ὄαρ
ὀαρίζω
ὀάρισμα
View word page
ὁ
the
ShortDef
the
Debugging
Headword:
ὁ
Headword (normalized):
ὁ
Headword (normalized/stripped):
ο
IDX:
60460
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60461
Key:
Data
{'content': 'the'}