Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ξῦσις
ξύσμα
ξυσμάλιον
ξυσμάτιον
ξυσματώδης
ξυσμή
ξυσμός
ξυσταρχέω
ξυστάρχης
ξυσταρχία
ξυστήρ
ξυστήριος
ξυστιδωτός
ξυστικός
ξυστίς
ξυστοβόλος
ξυστόν
ξυστός
ξυστός2
ξυστοφορέω
ξυστοφόρος
View word page
ξυστήρ
a graving tool
ShortDef
a graving tool
Debugging
Headword:
ξυστήρ
Headword (normalized):
ξυστήρ
Headword (normalized/stripped):
ξυστηρ
IDX:
60438
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60439
Key:
Data
{'content': 'a graving tool'}