Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ξυνήων
ξυνοδοτήρ
ξυνός
ξυνόφρων
ξυνοχαρής
ξυνόω
ξυνωνία
ξυράφιον
ξυρέω
ξυρήκης
ξυρήσιμος
ξύρησις
ξυρητής
ξυρίας
ξυρίς
ξύρισμα
ξυροδόκη
ξυρόν
ξυρόν2
ξυροποιός
ξυρουργός
View word page
ξυρήσιμος
fit for shaving
ShortDef
fit for shaving
Debugging
Headword:
ξυρήσιμος
Headword (normalized):
ξυρήσιμος
Headword (normalized/stripped):
ξυρησιμος
IDX:
60414
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60415
Key:
Data
{'content': 'fit for shaving'}