Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ξυλοκόπος
ξυλοκράμβη
ξυλοκυστίς
ξυλολεπής
ξυλολογεία
ξυλολυχνοῦχος
ξυλόμακερ
ξυλομετρέω
ξυλομέτρης
ξυλομιγής
ξυλόμοχλον
ξύλον
ξυλοναΐσκιον
ξυλόξεσις
ξυλοπαγής
ξυλοπάκτων
ξυλοπέδη
ξυλοπόδης
ξυλοποιός
ξυλοπριστικός
ξυλοπύλιον
View word page
ξυλόμοχλον
wooden bolt

ShortDef

wooden bolt

Debugging

Headword:
ξυλόμοχλον
Headword (normalized):
ξυλόμοχλον
Headword (normalized/stripped):
ξυλομοχλον
IDX:
60354
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60355
Key:

Data

{'content': 'wooden bolt'}