Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ξυλογραφέομαι
ξυλοειδής
ξυλοθήκη
ξυλοκανθήλια
ξυλοκάρπασον
ξυλοκαρυόφυλλον
ξυλοκασία
ξυλοκατασκεύαστος
ξυλοκέρατον
ξυλοκιννάμωμον
ξυλοκόλλα
ξυλοκοπέω
ξυλοκοπία
ξυλοκόπος
ξυλοκράμβη
ξυλοκυστίς
ξυλολεπής
ξυλολογεία
ξυλολυχνοῦχος
ξυλόμακερ
ξυλομετρέω
View word page
ξυλοκόλλα
glue for wood

ShortDef

glue for wood

Debugging

Headword:
ξυλοκόλλα
Headword (normalized):
ξυλοκόλλα
Headword (normalized/stripped):
ξυλοκολλα
IDX:
60341
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60342
Key:

Data

{'content': 'glue for wood'}