Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ξυλόγλυκον
ξυλογραφέομαι
ξυλοειδής
ξυλοθήκη
ξυλοκανθήλια
ξυλοκάρπασον
ξυλοκαρυόφυλλον
ξυλοκασία
ξυλοκατασκεύαστος
ξυλοκέρατον
ξυλοκιννάμωμον
ξυλοκόλλα
ξυλοκοπέω
ξυλοκοπία
ξυλοκόπος
ξυλοκράμβη
ξυλοκυστίς
ξυλολεπής
ξυλολογεία
ξυλολυχνοῦχος
ξυλόμακερ
View word page
ξυλοκιννάμωμον
wood of cinnamon

ShortDef

wood of cinnamon

Debugging

Headword:
ξυλοκιννάμωμον
Headword (normalized):
ξυλοκιννάμωμον
Headword (normalized/stripped):
ξυλοκινναμωμον
IDX:
60340
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60341
Key:

Data

{'content': 'wood of cinnamon'}