Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ξυληρός
ξυλήφιον
ξυλίζομαι
ξυλικός
ξύλινος
ξύλιον
ξυλίτης
ξύλλομαι
ξυλοβάλσαμον
ξυλόγλυκον
ξυλογραφέομαι
ξυλοειδής
ξυλοθήκη
ξυλοκανθήλια
ξυλοκάρπασον
ξυλοκαρυόφυλλον
ξυλοκασία
ξυλοκατασκεύαστος
ξυλοκέρατον
ξυλοκιννάμωμον
ξυλοκόλλα
View word page
ξυλογραφέομαι
to be written upon wood

ShortDef

to be written upon wood

Debugging

Headword:
ξυλογραφέομαι
Headword (normalized):
ξυλογραφέομαι
Headword (normalized/stripped):
ξυλογραφεομαι
IDX:
60331
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60332
Key:

Data

{'content': 'to be written upon wood'}