Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ξοῦθος
ξουθός
ξυήλη
ξυλάβιον
ξυλαμάω
ξυλαμή
ξυλαμητής
ξυλάνηθον
ξυλάριον
ξυλεία
ξυλεύς
ξυλεύω
ξυληβόρος
ξυληγέω
ξυληγός
ξυληρός
ξυλήφιον
ξυλίζομαι
ξυλικός
ξύλινος
ξύλιον
View word page
ξυλεύς
woodcutter
ShortDef
woodcutter
Debugging
Headword:
ξυλεύς
Headword (normalized):
ξυλεύς
Headword (normalized/stripped):
ξυλευς
IDX:
60316
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60317
Key:
Data
{'content': 'woodcutter'}