Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ξιφουλκός
ξιφουργός
ξοανηφόρος
ξόανον
ξοανοποιία
ξοανουργία
ξοίς
ξοΐς
ξουθόπτερος
Ξοῦθος
ξουθός
ξυήλη
ξυλάβιον
ξυλαμάω
ξυλαμή
ξυλαμητής
ξυλάνηθον
ξυλάριον
ξυλεία
ξυλεύς
ξυλεύω
View word page
ξουθός
yellowish, brown-yellow, tawny

ShortDef

yellowish, brown-yellow, tawny

Debugging

Headword:
ξουθός
Headword (normalized):
ξουθός
Headword (normalized/stripped):
ξουθος
IDX:
60307
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60308
Key:

Data

{'content': 'yellowish, brown-yellow, tawny'}