Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ξιφιστήρ
ξιφιστύς
ξιφοδήλητος
ξιφοδρέπανον
ξιφοειδής
ξιφοθήκη
ξιφοκτονέω
ξιφοκτόνος
ξιφομάχαιρα
ξιφοποιός
ξίφος
ξιφουλκέω
ξιφουλκία
ξιφουλκός
ξιφουργός
ξοανηφόρος
ξόανον
ξοανοποιία
ξοανουργία
ξοίς
ξοΐς
View word page
ξίφος
a sword

ShortDef

a sword

Debugging

Headword:
ξίφος
Headword (normalized):
ξίφος
Headword (normalized/stripped):
ξιφος
IDX:
60294
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60295
Key:

Data

{'content': 'a sword'}