Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀναλοκίζω
ἄναλος
ἄναλτος
ἄναλτος2
ἀναλύζω
ἀνάλυσις
ἀναλυτέον
ἀναλυτήρ
ἀναλύτης
ἀναλυτικός
ἀνάλυτος
ἀναλύω
ἀναλφάβητος
ἀνάλφιτος
ἀνάλωμα
ἀναλωμάτιον
ἀνάλωσις
ἀναλωτέος
ἀναλωτής
ἀναλωτικός
ἀνάλωτος
View word page
ἀνάλυτος
dissoluble
ShortDef
dissoluble
Debugging
Headword:
ἀνάλυτος
Headword (normalized):
ἀνάλυτος
Headword (normalized/stripped):
αναλυτος
IDX:
6026
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6027
Key:
Data
{'content': 'dissoluble'}