Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀναλογχόω
ἀναλοκίζω
ἄναλος
ἄναλτος
ἄναλτος2
ἀναλύζω
ἀνάλυσις
ἀναλυτέον
ἀναλυτήρ
ἀναλύτης
ἀναλυτικός
ἀνάλυτος
ἀναλύω
ἀναλφάβητος
ἀνάλφιτος
ἀνάλωμα
ἀναλωμάτιον
ἀνάλωσις
ἀναλωτέος
ἀναλωτής
ἀναλωτικός
View word page
ἀναλυτικός
analytical

ShortDef

analytical

Debugging

Headword:
ἀναλυτικός
Headword (normalized):
ἀναλυτικός
Headword (normalized/stripped):
αναλυτικος
IDX:
6025
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6026
Key:

Data

{'content': 'analytical'}