Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ξεστίζω
ξεστός
ξεστουργία
ξέστριξ
ξέω
ξηρά
ξηραίνω
ξηραλοιφέω
ξηραλοιφία
ξηραμπέλινος
ξήρανσις
ξηραντέον
ξηραντικός
ξηρασία
ξήρασις
ξηρίον
ξῆρις
ξηροβαλανιστέον
ξηροβατικός
ξηρόβηξ
ξηρόδερμος
View word page
ξήρανσις
drying up

ShortDef

drying up

Debugging

Headword:
ξήρανσις
Headword (normalized):
ξήρανσις
Headword (normalized/stripped):
ξηρανσις
IDX:
60231
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60232
Key:

Data

{'content': 'drying up'}