Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ξέστης
ξεστιαῖος
ξεστίζω
ξεστός
ξεστουργία
ξέστριξ
ξέω
ξηρά
ξηραίνω
ξηραλοιφέω
ξηραλοιφία
ξηραμπέλινος
ξήρανσις
ξηραντέον
ξηραντικός
ξηρασία
ξήρασις
ξηρίον
ξῆρις
ξηροβαλανιστέον
ξηροβατικός
View word page
ξηραλοιφία
rubbing dry with oil

ShortDef

rubbing dry with oil

Debugging

Headword:
ξηραλοιφία
Headword (normalized):
ξηραλοιφία
Headword (normalized/stripped):
ξηραλοιφια
IDX:
60229
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60230
Key:

Data

{'content': 'rubbing dry with oil'}