Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ξενοτροφία
Ξενοφάνης
ξενοφονέω
ξενοφονία
ξενοφόνος
ξενοφυής
ξενοφύλαξ
Ξενοφῶν
ξενοφωνέω
ξενοφωνία
ξενόφωνος
ξενόω
ξενών
ξένωσις
Ξέρξης
ξερόν
ξερός
ξέσις
ξέστης
ξεστιαῖος
ξεστίζω
View word page
ξενόφωνος
speaking

ShortDef

speaking

Debugging

Headword:
ξενόφωνος
Headword (normalized):
ξενόφωνος
Headword (normalized/stripped):
ξενοφωνος
IDX:
60211
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60212
Key:

Data

{'content': 'speaking'}