Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ξενοσύνη
ξενότιμος
ξενοτροφέω
ξενοτροφία
Ξενοφάνης
ξενοφονέω
ξενοφονία
ξενοφόνος
ξενοφυής
ξενοφύλαξ
Ξενοφῶν
ξενοφωνέω
ξενοφωνία
ξενόφωνος
ξενόω
ξενών
ξένωσις
Ξέρξης
ξερόν
ξερός
ξέσις
View word page
Ξενοφῶν
Xenophon
ShortDef
Xenophon
Debugging
Headword:
Ξενοφῶν
Headword (normalized):
ξενοφῶν
Headword (normalized/stripped):
ξενοφων
IDX:
60208
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60209
Key:
Data
{'content': 'Xenophon'}