Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ξενοκλῆς
ξενοκρατέομαι
Ξενοκράτης
ξενοκτονέω
ξενοκτονία
ξενοκτόνος
ξενοκυσταπάτη
ξενολογέω
ξενολογία
ξενολόγιον
ξενολόγος
ξενομανέω
ξενοπάθεια
ξενοπαθέω
ξενοποικιλόπτερος
ξενοπολίτης
ξενοπρεπής
ξενοπρόσωπος
ξένος
ξενοσσόος
ξενόστασις
View word page
ξενολόγος
levying mercenaries

ShortDef

levying mercenaries

Debugging

Headword:
ξενολόγος
Headword (normalized):
ξενολόγος
Headword (normalized/stripped):
ξενολογος
IDX:
60187
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60188
Key:

Data

{'content': 'levying mercenaries'}