Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ξένηθεν
ξενήκουστος
ξενηλασία
ξενηλατέω
ξενία
Ξενίας
ξενίδιον
ξενίζω
ξενίη
ξενικόκουφον
ξενικός
ξένιος
ξενίς
ξένισις
ξενισμός
ξενιτεία
ξενιτευτής
ξενιτεύω
ξενοδαίκτας
ξενοδαΐκτης
ξενοδαίτης
View word page
ξενικός
of or for a stranger, alien, mercenary, non-Attic; hospitable
ShortDef
of or for a stranger, alien, mercenary, non-Attic; hospitable
Debugging
Headword:
ξενικός
Headword (normalized):
ξενικός
Headword (normalized/stripped):
ξενικος
IDX:
60154
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60155
Key:
Data
{'content': 'of or for a stranger, alien, mercenary, non-Attic; hospitable'}