Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ξεναγέω
ξενάγησις
ξεναγία
ξεναγός
Ξεναίνετος
ξεναπάτας
ξεναπάτης
ξεναπατία
ξενάρκειος
ξεναρκής
ξενεών
ξένη
ξένηθεν
ξενήκουστος
ξενηλασία
ξενηλατέω
ξενία
Ξενίας
ξενίδιον
ξενίζω
ξενίη
View word page
ξενεών
guest-chamber

ShortDef

guest-chamber

Debugging

Headword:
ξενεών
Headword (normalized):
ξενεών
Headword (normalized/stripped):
ξενεων
IDX:
60142
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60143
Key:

Data

{'content': 'guest-chamber'}