Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ξανθός
ξανθότης
ξανθοτριχέω
ξανθοφαής
ξανθοφυής
ξανθοχίτων
ξανθοχολικός
ξανθόχολος
ξανθόχροος
ξανθόχρως
ξανθόω
ξανθύνομαι
ξανθωπός
ξάνιον
ξάνσις
ξάντης
ξαντικός
ξάντρια
ξάσμα
ξεινήϊον
ξείνιος
View word page
ξανθόω
dye yellow
ShortDef
dye yellow
Debugging
Headword:
ξανθόω
Headword (normalized):
ξανθόω
Headword (normalized/stripped):
ξανθοω
IDX:
60116
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60117
Key:
Data
{'content': 'dye yellow'}