Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νῶκαρ
νωλεμές
νωλεμέως
νῶμα
νωμάω
νώμησις
νωμήτωρ
Νώνιος
νωνυμία
νωνυμνί
νώνυμος
νωπέομαι
Νῶρβα
Νωρβανός
νῶροψ
νωταγωγέω
νωταγωγός
νωτάκμων
νωτάρης
νωτεύς
νωτιαῖος
View word page
νώνυμος
nameless, unknown, inglorious

ShortDef

nameless, unknown, inglorious

Debugging

Headword:
νώνυμος
Headword (normalized):
νώνυμος
Headword (normalized/stripped):
νωνυμος
IDX:
60052
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60053
Key:

Data

{'content': 'nameless, unknown, inglorious'}