Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
νώδυνος
νώθεια
νωθής
νώθουρος
νωθρεία
νωθρεπιθέτης
νωθρεύω
νωθρίη
νωθροκάρδιος
νωθροποιός
νωθρός
νωθρώδης
νωθώδης
νῶι
νωΐτερος
νῶκαρ
νωλεμές
νωλεμέως
νῶμα
νωμάω
νώμησις
View word page
νωθρός
sluggish, slothful, torpid
ShortDef
sluggish, slothful, torpid
Debugging
Headword:
νωθρός
Headword (normalized):
νωθρός
Headword (normalized/stripped):
νωθρος
IDX:
60037
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60038
Key:
Data
{'content': 'sluggish, slothful, torpid'}