Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Νωβελίων
νώγαλα
νωγαλεύω
νωδογέρων
νωδός
νωδότης
νωδυνία
νώδυνος
νώθεια
νωθής
νώθουρος
νωθρεία
νωθρεπιθέτης
νωθρεύω
νωθρίη
νωθροκάρδιος
νωθροποιός
νωθρός
νωθρώδης
νωθώδης
νῶι
View word page
νώθουρος
frigid

ShortDef

frigid

Debugging

Headword:
νώθουρος
Headword (normalized):
νώθουρος
Headword (normalized/stripped):
νωθουρος
IDX:
60030
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60031
Key:

Data

{'content': 'frigid'}