Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νυστακτής
νυστακτικῶς
νυσταλέος
νύσταλος
νύσταξις
νυχαυγής
νύχευμα
νυχεύω
νυχηβόρος
νυχθήμερον
νυχθήμερος
νύχιος
Νωβελίων
νώγαλα
νωγαλεύω
νωδογέρων
νωδός
νωδότης
νωδυνία
νώδυνος
νώθεια
View word page
νυχθήμερος
lasting a day and night

ShortDef

lasting a day and night

Debugging

Headword:
νυχθήμερος
Headword (normalized):
νυχθήμερος
Headword (normalized/stripped):
νυχθημερος
IDX:
60018
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-60019
Key:

Data

{'content': 'lasting a day and night'}