Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
νυμφαγωγός
νυμφαία
νύμφαιον
νυμφαῖος
νυμφάσματα
νυμφεῖος
νύμφευμα
νύμφευσις
νυμφευτήριος
νυμφευτής
νυμφεύτρια
νυμφεύω
νύμφη
νυμφιάω
νυμφίδες
νυμφίδιος
νυμφικός
νυμφίος
νύμφιος
νυμφόβας
νυμφογενής
View word page
νυμφεύτρια
a bride's-maid
ShortDef
a bride's-maid
Debugging
Headword:
νυμφεύτρια
Headword (normalized):
νυμφεύτρια
Headword (normalized/stripped):
νυμφευτρια
IDX:
59965
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59966
Key:
Data
{'content': "a bride's-maid"}