Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νυκτοφυλάξια
νυκτῷον
νύκτωρ
νυμφαγενής
νυμφαγέτης
νυμφαγωγέω
νυμφαγωγία
νυμφαγωγός
νυμφαία
νύμφαιον
νυμφαῖος
νυμφάσματα
νυμφεῖος
νύμφευμα
νύμφευσις
νυμφευτήριος
νυμφευτής
νυμφεύτρια
νυμφεύω
νύμφη
νυμφιάω
View word page
νυμφαῖος
of or sacred to the Nymphs

ShortDef

of or sacred to the Nymphs

Debugging

Headword:
νυμφαῖος
Headword (normalized):
νυμφαῖος
Headword (normalized/stripped):
νυμφαιος
IDX:
59958
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59959
Key:

Data

{'content': 'of or sacred to the Nymphs'}