Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νυκτόμαντις
νυκτομαχέω
νυκτομαχία
νυκτοπεριπλάνητος
νυκτοπλοέω
νυκτοπλοϊκός
νυκτοπορέω
νυκτοπορία
νυκτοπότιον
νυκτοστράτηγος
νυκτουργός
νυκτοῦρος
νυκτοφαίνουσα
νυκτοφάνεια
νυκτοφυλακέω
νυκτοφυλακία
νυκτοφύλαξ
νυκτοφυλάξια
νυκτῷον
νύκτωρ
νυμφαγενής
View word page
νυκτουργός
working by night

ShortDef

working by night

Debugging

Headword:
νυκτουργός
Headword (normalized):
νυκτουργός
Headword (normalized/stripped):
νυκτουργος
IDX:
59941
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59942
Key:

Data

{'content': 'working by night'}