Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀναλήθης
ἀνάλημμα
ἀναληπτέον
ἀναληπτήρ
ἀναληπτικός
ἀναληπτρίς
ἀνάληψις
ἀναλθής
ἀνάλθητος
ἀναλίγκιος
ἀναλικμάω
ἀναλίσκω
ἀνάλιστος
ἀνάλκεια
ἀναλκείη
ἀναλκής
ἄναλκις
ἀνάλλακτος
ἀναλληγόρητος
ἀναλλοίωτος
ἀνάλλομαι
View word page
ἀναλικμάω
winnow out

ShortDef

winnow out

Debugging

Headword:
ἀναλικμάω
Headword (normalized):
ἀναλικμάω
Headword (normalized/stripped):
αναλικμαω
IDX:
5988
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5989
Key:

Data

{'content': 'winnow out'}