Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νυκτερινεία
νυκτερινός
νυκτερίς
νυκτερόβιος
νυκτεροφεγγής
νυκτερωπός
νυκτηγορέω
νυκτηγορία
νυκτῆμαρ
νυκτηρεφής
νυκτιβάτης
νυκτιβόη
νυκτίβρομος
νυκτίγαμος
νυκτιγενέτωρ
νυκτιδιέξοδος
νυκτιδρόμος
νυκτικλέπτης
νυκτικόραξ
νυκτικρυφής
νυκτιλαθραιοφάγος
View word page
νυκτιβάτης
walking by night

ShortDef

walking by night

Debugging

Headword:
νυκτιβάτης
Headword (normalized):
νυκτιβάτης
Headword (normalized/stripped):
νυκτιβατης
IDX:
59887
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59888
Key:

Data

{'content': 'walking by night'}