Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νυκτερήσιος
νυκτερινεία
νυκτερινός
νυκτερίς
νυκτερόβιος
νυκτεροφεγγής
νυκτερωπός
νυκτηγορέω
νυκτηγορία
νυκτῆμαρ
νυκτηρεφής
νυκτιβάτης
νυκτιβόη
νυκτίβρομος
νυκτίγαμος
νυκτιγενέτωρ
νυκτιδιέξοδος
νυκτιδρόμος
νυκτικλέπτης
νυκτικόραξ
νυκτικρυφής
View word page
νυκτηρεφής
covered by night, murky

ShortDef

covered by night, murky

Debugging

Headword:
νυκτηρεφής
Headword (normalized):
νυκτηρεφής
Headword (normalized/stripped):
νυκτηρεφης
IDX:
59886
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-59887
Key:

Data

{'content': 'covered by night, murky'}